- ἀγριόθυμος
- ἀγριόθυμοςwild of tempermasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αγριόθυμος — ἀγριόθυμος, ον (AM) όποιος έχει άγρια ψυχή, άγριο φρόνημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἄγριος + θυμός] … Dictionary of Greek
ἀγριόθυμον — ἀγριόθυμος wild of temper masc/fem acc sg ἀγριόθυμος wild of temper neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγριοθύμους — ἀγριόθυμος wild of temper masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγριόθυμα — ἀγριόθυμος wild of temper neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγριόθυμε — ἀγριόθυμος wild of temper masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγριόθυμοι — ἀγριόθυμος wild of temper masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμός — Αδένας έσω εκκρίσεως, που βρίσκεται στο ψηλότερο τμήμα του μεσοθωράκιου, πίσω από το στέρνο. Έχει μήκος, κατά τη γέννηση, περίπου 5 εκ., πλάτος 1,5 εκ. και αντίστοιχο πάχος. Το βάρος του κυμαίνεται μεταξύ 10 12 γρ. Λίγο πριν την ήβη αποκτά τον… … Dictionary of Greek